Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

Ο Νίκος Ξυλούρης κλέβει και παντρεύεται την αγαπημένη του Ουρανία

kritikeramoy.blogspot.gr


Ο Νίκος Ξυλούρης και η σύζυγός του Ουρανία έζησαν έναν δυνατό έρωτα. Το ξεκίνημα της σχέσης τους όμως ήταν περιπετειώδες και ο Ψαρονίκος αναγκάστηκε να την απαγάγει για να την κάνει γυναίκα του

Στα τέλη της δεκαετίας του ’50, ο νεαρός τότε Νίκος Ξυλούρης έπαιζε λύρα σε μουσικά κέντρα του Ηρακλείου για να βγάζει το χαρτζιλίκι του. Σε μια εμφάνιση του σε αποκριάτικο γλέντι στο χωριό Βενεράτο γνώρισε μια κοπέλα, που του κέντρισε το ενδιαφέρον. Την Ουρανία Μελαμπιανάκη. Τα αυστηρά ήθη της εποχής δεν επέτρεπαν στους νέους να φλερτάρουν ανοιχτά.

Έτσι, το μόνο που μπορούσε να κάνει η Ουρανία για να δείξει την ανταπόκριση της στα επίμονα βλέμματα του Νίκου ήταν να χορεύει ασταμάτητα υπό τους ήχους της λύρας του. Αν και η νεαρή κοπέλα γοητεύτηκε από τον Ξυλούρη, ανάμεσα τους υπήρχε ένα μεγάλο εμπόδιο. Το επάγγελμα του λυράρη τότε ήταν υποτιμημένο και τα κέρδη ελάχιστα. Ο Ξυλούρης ήταν φτωχός και η κοπέλα από ευκατάστατη οικογένεια. Το χάσμα φαινόταν αγεφύρωτο, αλλά ο Ξυλούρης δεν το έβαλε κάτω. Επί δύο χρόνια πολιορκούσε την Ουρανία με το μοναδικό μέσο που είχε. Την καντάδα.

«Σαν θέλει η νύφη και ο γαμπρός…»

Αν και ο νεαρός εκφραζόταν καλύτερα με μαντινάδες, όταν συνάντησε τυχαία στο δρόμο την κοπέλα, της εξομολογήθηκε τον έρωτά του. Η ανταπόκριση της κοπέλας ήταν άμεση, αλλά το πρόβλημα που τους χώριζε, παρέμενε άλυτο.

Τότε ο νεαρός λυράρης αποφάσισε να ακολουθήσει μια συνήθη για την εποχή τακτική. Να την «κλέψει». Η Ουρανία άφησε ένα γράμμα στους δικούς της για να μην ανησυχούν και στις 21 Μάιου του 1958 έφυγε με τον αγαπημένο της.

Η κα Ουρανία θυμάται μέχρι σήμερα την ημερομηνία εκείνη, καθώς την επόμενη μέρα το «παράνομο» ζευγάρι παντρεύτηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του Ξυλούρη, στα Ανώγεια. Ο γάμος έγινε με δυσκολία, καθώς ακόμα και ο παπάς σεβόμενος τα αυστηρά ήθη της εποχής, δεν ήθελε στην αρχή να ευλογήσει τον «παράνομο» γάμο.

Οι δύο νέοι με την πράξη τους δεν είχαν προσβάλει μόνο την οικογένεια της Ουρανίας, αλλά και ολόκληρη την τοπική κοινωνία του Βενεράτου. Ο έρωτας όμως του ζευγαριού ήταν τόσο δυνατός, ώστε μετά από λίγο καιρό πείστηκαν ακόμα και οι πιο δύσπιστοι.

Ο πατέρας της Ουρανίας υπέγραψε τα χαρτιά του γάμου, δίνοντας επίσημα τη συγκατάθεσή του. Παρότι υπέγραψε, συνέχισε να μη μιλάει στην κόρη του και χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να αποκατασταθεί η σχέση τους.

Δυο χρόνια μετά τον γάμο τους, ο Νίκος Ξυλούρης και η σύζυγός του απέκτησαν το πρώτο τους παιδί , τον Γιώργο και 6 χρόνια αργότερα το δεύτερο, τη Ρηνιώ.


Ο Νίκος και η Ουρανία Ξυλούρη έζησαν αγαπημένοι και μόνο ο θάνατος κατάφερε να τους χωρίσει, όταν στις 8 Φεβρουαρίου 1980, ο μεγάλος λυράρης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Ο Νίκος Ξυλούρης είχε γεννηθεί στις 7 Ιουλίου του 1936. Όταν πέθανε ήταν μόλις 43 ετών.

Δείτε ένα απόσπασμα από το αφιέρωμα της «Μηχανής του Χρόνου» στον Νίκο Ξυλούρη, τον «Αρχάγγελο» της Κρήτης:

πηγή:cretanmagazine.gr

Τετάρτη 22 Μαρτίου 2017

Μάθε να φτιάχνεις τέλεια χειροποίητα ξεροτήγανα σε 7 λεπτά!

kritikeramoy.blogspot.gr


Ναι, δεν είναι το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο να φτιάξεις ξεροτήγανα. Μπορεί να είναι από τα ωραιότερα ελληνικά γλυκά, αλλά χρειάζεται να κατέχεις το αντικείμενο για να πετύχεις το αποτέλεσμα που λαχταράς. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία όμως είναι η προσπάθεια! Πίστεψέ μας πως έπειτα από μερικές επαναλήψεις, ίσως να καταφέρεις και εσύ να γελάς με κάποια ετοιματζίδικα που έχεις δοκιμάσει κατά καιρούς σε φούρνους, ζαχαροπλαστεία, γάμους κτλ…

Τώρα που βρισκόμαστε στο μέσο των γιορτών, οπλίσου με αυτοπεποίθηση και ετοίμασε τα δικά σου χειροποίητα ξεροτήγανα για ολόκληρη την οικογένεια! Φυσικά αν βγουν τόσο καλά όσο ευχόμαστε, θα μοιράσεις και κάμποσα σε συγγενείς και φίλους ώστε να απολαύσεις μαζί με τα ξεροτήγανα και τα εύσημα από όλους!

Στο βραβευμένο από το Βήμα Gourmet www.paxxi.gr, η  Ειρήνη μας παρουσιάζει με περίσσια θετική διάθεση και λεπτομέρεια το πως να τα καταφέρουμε!

Τα υλικά για τα ξεροτήγανα:

    600 γρ + έξτρα για το άνοιγμα, αλεύρι σκληρό
    1 λεμονιού το χυμό
    ½ κγ αλάτι
    120 ml ελαιόλαδο
    60 ml ρακή (ή νερό χλιαρό)
    160 ml νερό χλιαρό

Τα υλικά για το σιρόπι:

    350 γρ ζάχαρη
    480 ml νερό
    120 ml μέλι
    1 στικ κανέλας

Για το γαρνίρισμα, επιλέγετε ότι ταιριάζει περισσότερο στο γούστο σας! Η κανέλα, το σουσάμι ή τα ψιλοκομμένα καρύδια είναι μερικές από τις προτάσεις…

Η εκτέλεση της συνταγής υπό τις οδηγίες της Ειρήνης:

    1)Σε ένα μεγάλο μπολ ρίχνω το ελαιόλαδο, το νερό, τη ρακή, το χυμό λεμονιού, το αλάτι και ανακατεύω.

    2)Αρχίζω να προσθέτω σταδιακά το αλεύρι, ζυμώνοντας με τα χέρια, μέχρι να γίνει μια σκληρή ζύμη (και να μην κολλάει στα χέρια).

   3) Τη σκεπάζω με πετσέτα κουζίνας και την αφήνω να ξεκουραστεί 10 λεπτά.

  4)  Χωρίζω την ζύμη πρώτα στα τέσσερα και έπειτα σε μικρότερα κομμάτια, παίρνω ένα ένα κι αφού το αλευρώσω καλά το περνάω αρχικά από την πιο παχιά ρύθμιση της μηχανής. Το διπλώνω σαν φάκελο το φύλλο και επαναλαμβάνω για μια ακόμα φορά από την ίδια σκάλα.

   5) Συνεχίζω αλευρώνοντας κάθε φορά το φύλλο για να μην κολλήσει και το περνάω σταδιακά από όλα τα νούμερα πάχους της σκάλας μέχρι το πιο λεπτό στο τέλος.

   6) Απλώνω το φύλλο σε αλευρωμένη επιφάνεια σε μεγάλο μήκος (1 – 1,5 μέτρο) και με τη ροδέλα που κόβω τα ραβιόλια το κόβω σε πλάτος περίπου 3 εκ το κάθε ένα. Τα σκεπάζω καλά με πετσέτες να μην ξεραθούν. (Προτιμότερο είναι να τα κάνουμε σε δόσεις κι όχι όλα μαζί δηλαδή να φτιάχνουμε 15 να τα τηγανίζουμε, να φτιάχνουμε τα υπόλοιπα 15, να τα τηγανίζουμε μέχρι να τηγανιστούν όλα ώστε να μην στεγνώσει η ζύμη επειδή γίνεται πολύ λεπτή).

 7)   Τα τηγανίζω χρειάζομαι σε μια βαθιά κατσαρόλα με ελαιόλαδο να έχει ζεσταθεί καλά χωρίς όμως να κάψει το λάδι. Χαμηλώνω τη φωτιά ώστε να διατηρηθεί η θερμοκρασία και παίρνω μια μια τις λωρίδες κι αφού στερεώσω την άκρη της στο δόντι του πιρουνιού το γυρίζω 2 φορές κι έπειτα αφήνω κενό ανάμεσα κάθε φορά που το περιστρέφω για να έχει αέρα και όταν ψηθεί να μπορεί να φουσκώσει. Την άκρη την βρέχω με λίγο νερό και την κολλάω με την υπόλοιπη ζύμη.

   8) Αφού έχω τυλίξει όλη τη ζύμη γύρω από το πιρούνι, το γυρίζω οριζόντια και το βάζω αμέσως μέσα στο ζεστό λάδι. Με τη βοήθεια άλλου ενός πιρουνιού, συγκρατώ τη ζύμη σε οριζόντια θέση και την αφήνω να τηγανιστεί για ένα λεπτό. Δεν θέλω να πάρει χρώμα.

    9)Τη βγάζω πάνω σε ταψί με απορροφητικό χαρτί. Συνεχίζω και με την υπόλοιπη ζύμη όμοια.

 10)   Υπάρχουν πολλές τεχνικές στο γύρισμα της ζύμης για την δημιουργία του λουλουδιού, ανάλογα τη βολεύει τον κάθε ένα. Χρειάζεται λίγη εξάσκηση σε αυτό. Παλαιότερα είχαν ένα καλάμι κομμένο στην άκρη του και εκεί στερέωναν τη ζύμη και την τηγάνιζαν. Εκτός από λουλούδι μπορούμε να δώσουμε το σχήμα φιόγκου που είναι πιο εύκολο (κόβουμε τη λωρίδα της ζύμης περίπου 20 εκατοστά μήκος και δημιουργούμε το φιόγκο βάζοντας λίγο νερό στις ενώσεις ώστε να κολλήσει η ζύμη).

 11)   Αφού τα έχω τηγανίσει όλα και έχουν κρυώσει (κρυώνουν γρήγορα) φτιάχνω το σιρόπι. Σε μια κατσαρόλα βάζω τη ζάχαρη, το νερό και την κανέλα και τα αφήνω να βράσουν για 5 λεπτά. Αφαιρώ την κανέλα προσθέτω το μέλι, αφαιρώ τον αφρό που μπορεί να σχηματίσει στην επιφάνεια, χαμηλώνω τη φωτιά ώστε να διατηρείται το σιρόπι ζεστό και αρχίζω να βουτάω τα ξεροτήγανα μέσα σ αυτό.

  12  Τα αφήνω μισό λεπτό και τα βγάζω πάνω σε λαδόκολλα σε ταψί. Όπως είναι ζεστά με το σιρόπι έχω έτοιμα τα καρύδια και το καβουρδισμένο σουσάμι και τα πασπαλίζω με αυτά. Αν θέλω μπορώ να γαρνίρω και με λίγη κανέλα. Συνεχίζω και με τα υπόλοιπα.

  13)  Για να τα διατηρήσω τα κλείνω καλά μέσα σε ζελοφάν ή σε δοχεία.

πηγή:daynight.com.gr

Τετάρτη 15 Μαρτίου 2017

Γιάννης Χαρούλης: Ο «βοσκός» με το λαούτο που έγινε sold out σε δύο ώρες

kritikeramoy.blogspot.gr






Ποιος είναι ο δημοφιλής Κρητικός τροβαδούρος με την κελαρυστή φωνή που σπάει καρδιές, ταμεία και ρεκόρ.

Μέσα σε δύο ώρες τα εισιτήρια για τη μία και μοναδική του εμφάνιση στην «Ακτή Πειραιώς», το βράδυ της Παρασκευής, εξαντλήθηκαν. Τα διαφημιστικά σποτ που είχε ετοιμάσει η εταιρεία του για να παιχτούν σε ραδιοφωνικό σταθμό δεν χρειάστηκε καν να ακουστούν. Μέσα από μία απλή ανάρτηση-ανακοίνωση που έγινε στο προφίλ του στο Facebook όλα εξανεμίστηκαν. Δεν έμεινε μαγικό χαρτάκι, με αποτέλεσμα για μία ακόμη φορά να επιβεβαιωθεί πως το φαινόμενο «Γιάννης Χαρούλης» θυμίζει έντονα τυφώνα.

Τα φώτα στη σκηνή ανάβουν. Ο ψηλός Κρητικός με τα μακριά, ελαφρά πιασμένα πίσω μαλλιά, τo λαούτο στην αγκαλιά του και το ελαφρύ χαμόγελο στα χείλη εμφανίζεται και το κοινό παραληρεί. Χιλιάδες χέρια σηκώνονται ψηλά, ιαχές ακούγονται από το πλήθος, οι οποίες μέσα σε δευτερόλεπτα συναντώνται και καταλήγουν στον χαιρετισμό: «Γεια σου, ρε Γιάννηηηηηη».


Για να έρθει αμέσως από τη σκηνή η απάντηση που θα τους λιγώσει και θα πετύχει τη διονυσιακή μέθεξη της συναυλίας: «Γεια σας, ωρέ κοπέλια! Ευχαριστώωω». Οι πρώτες νότες και οι πρώτοι στίχοι έρχονται να γαληνέψουν και να μαγέψουν τα αγόρια και τα κορίτσια όλων των ηλικιών που έχουν γεμίσει ασφυκτικά τον χώρο - όποιος κι αν είναι αυτός. Από την πρώτη εμφάνιση πριν από αρκετά χρόνια στον Λυκαβηττό, ως την Τεχνόπολη, το Θέατρο Πέτρας, τα μικρά πέτρινα θέατρα της Κρήτης και τώρα την «Ακτη Πειραιώς». Οπου εμφανίζεται ο «Κρητίκαρος», όπως τον αποκαλούν, γίνεται κοσμοσυρροή. Οσες παρατάσεις, όσες έξτρα συναυλίες και να ανακοινωθούν, όλες θα ξεπουλήσουν. Και πλέον το ανέκδοτο που κυκλοφορεί στην πιάτσα είναι ότι όποιος πάρει συνέντευξη από τον Γιάννη θα πρέπει να τον βραβεύσει η ΕΣΗΕΑ. Γιατί ο Χαρούλης είναι ακριβοθώρητος όχι από αλαζονεία, αλλά αυτή είναι η κοσμοθεωρία και η στάση ζωής του. Μιας ζωής που μοιάζει με παραμύθι...

Ο Γιάννης ο βοσκός και τα πανηγύρια

Γεννημένος σε ένα μικρό χωριό, τα Εξω Λακώνια του Αγίου Νικολάου της Κρήτης, ο Γιάννης ήταν ένας μικρός βοσκός που βοηθούσε τον πατέρα του. Αυτοδίδακτος λυράρης εκείνος, αποφασίζει να του κάνει δώρο ένα λαούτο και αρχίζει να τον μαθαίνει πώς να παίζει μουσική. Στα βουνά και στα λαγκάδια ο Γιάννης παίζει το λαούτο του και ξαφνικά ανακαλύπτει ότι η μουσική στη ζωή του από εκείνη τη στιγμή και μετά θα ήταν ό,τι ήταν και η αναπνοή του, όπως λέει συχνά.

Μεγαλώνοντας, ο Γιάννης Χαρούλης τραγουδά και παίζει σε πανηγύρια. Αυτό είναι ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια της ζωής του. Δεν τα απαρνιέται ποτέ και μάλιστα όταν κατεβαίνει στην Κρήτη και του δίνεται η ευκαιρία, τρυπώνει σε αυτά. Και βοσκός ήταν και παραμένει - «Δεν το σκεπάζω εγώ αυτό», θα εξομολογηθεί. Από τα εφηβικά του χρόνια τα τραγούδια που θα τον συγκινούν είναι αυτά που χαρακτηρίζονται περισσότερο ακουστικά και λιγότερο χορευτικά. Ισως γιατί έρχονται να επιβεβαιώσουν αυτό που τον συναρπάζει: η επικοινωνία με τον κόσμο, η δημιουργία αυτού του συναισθήματος που τα κάνει όλα ένα: και τα βλέμματα και τα αισθήματα και τη διάθεση. Τραγουδά τα πάντα, από τα Ριζίτικα των Χανίων ως τις στειακές κοντυλιές. Η Κρήτη είναι η μεγάλη του αγάπη, «ένα μεγάλο χωριό με καλούς ανθρώπους και αλληλεγγύη» και, όποτε μπορεί, επιστρέφει είτε ως βοσκός είτε ως τραγουδιστής.

Μια καλοκαιρινή μέρα του 2002 ο Χρήστος Θηβαίος θα βρεθεί στο μικρό καφενεδάκι του χωριού και θα ακούσει τον πιτσιρικά τότε Γιάννη να τραγουδά. Μαγεύεται από τη φωνή και από το ταλέντο του. Τον βρίσκει, του μιλά και του ζητά να ανέβει στην Αθήνα για να πάρει μέρος σε μία συναυλία που οργάνωνε το ιστορικό «Δίφωνο» στον Λυκαβηττό στη μνήμη του Νίκου Ξυλούρη. Ο Χαρούλης θα δεχθεί να έρθει στην πρωτεύουσα ντροπαλός και λίγο σαστισμένος. Ο Θηβαίος θα πιέσει πολύ για να δοθεί μια ευκαιρία στον Κρητικό πιτσιρικά να ανέβει στη σκηνή και τελικά δικαιώνεται. Αυτό θα φανεί και την επόμενη μέρα, όταν θα πάει να βρει την Ουρανία, τη γυναίκα του συγχωρεμένου Νίκου Ξυλούρη, σε ένα δισκάδικο που είχε κοντά στην Ομόνοια. Εκεί θα συστηθεί κι έτσι θα αρχίσει να τον αναγνωρίζει κόσμος που τον είχε δει και ακούσει στη συναυλία και βρίσκεται εκείνη την ώρα μέσα στο μαγαζί. «Εσύ είσαι το κωλοπαίδι που έκλεψε την παράσταση;», «Εσύ είσαι ο Κρητικός που τραγουδούσε;», του λένε. Η αρχή μιας μεγάλης καριέρας μόλις είχε γίνει.

Ο Χαρούλης θα μείνει στην Αθήνα και θα συνεργαστεί με τους καλύτερους και τους μεγαλύτερους, οι οποίοι θα τον πιστέψουν και θα τον ενισχύσουν με κάθε τρόπο. Θα ερμηνεύσει τους περισσότερους συνθέτες και ποιητές: Θανάση Παπακωνσταντίνου, Σωκράτη Μάλαμα, Μίλτο Πασχαλίδη, Νίκο Μαμαγκάκη, Μάνο Χατζιδάκι, Γιάννη Μαρκόπουλο. Πρώτος του παραγωγός, ο Μάνος Ξυδούς. Οσο περνούν τα χρόνια, στήνει τη μαγική του μπάντα, στην οποία οφείλεται ένα μεγάλο κομμάτι της επιτυχίας του. Ο άνθρωπος-σύμβολο είναι ο Κωσταντής Πιστιόλης με το κλαρίνο του τον οποίο βρήκε σε πανηγύρι. Ο Μιχάλης Πορφύρης είναι ο τσελίστας και την ομάδα συμπληρώνουν οι Παύλος Συνοδινός και Πάνος Τόλιος.
Ο άνθρωπος, πάντως, που θα σημαδέψει την καριέρα του είναι ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, ο οποίος του έχει γράψει και μερικά από τα καλύτερα τραγούδια του. Εναν στίχο του θα επιλέξει και στις συνεντεύξεις του ως υπέροχο: «Εγώ ’μαι που σε γλέντησα κι εγώ θα σε κερδίσω ψεύτη κόσμε».

Ο Χαρούλης αλλάζοντας level στη ζωή του, αφήνοντας την Κρήτη και μένοντας στα Εξάρχεια, θα παραμείνει ίδιος. Δεν τον ενδιαφέρει να γίνει φίρμα, δεν θέλει να κάνει καριέρα μεγάλη για να τον μάθει ο κόσμος και τα περιοδικά. Καλοσυνάτος και χαμηλών τόνων, θα περιγράψει τον εαυτό του σαν ένα καραβάκι που βρίσκεται μέσα σε μια θάλασσα και πλέει σε ήρεμα νερά. Δεν θυμώνει, δεν κακιώνει, θέλει πάντα να φωτίζει την καλή πλευρά. Θέλει να μοιράζεται και να επικοινωνεί. «Αμα δεν λιώσουμε μαζί, πώς θες να γίνουμ’ ένα...». Αυτόν τον στίχο του Μάλαμα χρησιμοποιεί για να περιγράψει αυτό που θέλει να συμβαίνει στις συναυλίες. Ο Χαρούλης θα ψάχνει τους ανθρώπους και τις ψυχές τους. Θέλει να αγαπάει και να αγαπιέται και το μόνο που απαντά όταν του ζητούν να αποκαλύψει τι συμβουλή θα έδινε στον εαυτό του είναι ο σεβασμός. Προς τον άλλο και προς εμάς τους ίδιους. Και ο θαυμασμός. Αυτά είναι και τα συστατικά του δικού του κόσμου. Γι’ αυτό ποτέ δεν τσακώθηκε, δεν δυσαρεστήθηκε και δεν βρέθηκε να πρέπει να χωρίσει κάτι.

Στις συναυλίες του τού αρέσει όταν το κοινό ησυχάζει. Τότε νιώθει και τότε πιστεύει ότι κατάφερε να τους ενώσει ένα συναίσθημα. Γι’ αυτό και δεν μετρά ποτέ κεφάλια. Και πενήντα να ’ναι μπορεί να πιάσει καλύτερα η μαγεία. Το αυθεντικό γι’ αυτόν είναι να παίζουν οι άνθρωποι με τις καρδιές τους. «Δεν θέλω τις μεγάλες σκηνές, άλλωστε εγώ ακόμα όταν γυρίζω στην Κρήτη βόσκω πρόβατα. Αλλωστε, όλα είναι δανεικά και δεν μας ανήκει τίποτα», θα πει. Οταν βγαίνει στη σκηνή, αυτό που τον κατευθύνει είναι ο κόσμος. Κι ας τον αποθεώνει σαν να είναι ροκ σταρ, εκείνος θα τάζει κεράσματα με ρακές και θα τους αποκαλεί «πουλάκια μου, κοπέλια μου και αγαπάκια».

Κι έρχεται ο «Χειμωνανθός» και γίνεται χαμός και ακούγονται μετά τα «Ελα πάρε με», «Της λήθης το πηγάδι», «Τριανταφυλλάκι», «Σύννεφα του γιαλού» και τα κρητικά του. Και όλοι χορεύουν και όλοι τραγουδούν.
Σε κάθε συνέντευξη τον ρωτούν για τον Νίκο Ξυλούρη και την ομοιότητα της φωνής τους. Το αρνείται και οπισθοχωρεί λέγοντας ότι ο Ξυλούρης ήταν ένας και μοναδικός και άπιαστος. Το λέει γιατί το πιστεύει και το νιώθει.

Ο Γιάννης Χαρούλης στη Μύκονο συνοδευόμενος από νεαρή φίλη του, σε μία από τις σπάνιες περιπτώσεις που φωτογραφικός φακός καταγράφει προσωπικές στιγμές του καλλιτέχνη

Γιατί σπάει ταμεία

Το φαινόμενο Χαρούλης είναι πολύ απλά εξηγήσιμο. Ο Γιάννης είναι και παραμένει ένα απλό παιδί από τα χωριά της Κρήτης. Ομορφο δεν τον λες, αλλά τις καρδιές τις καίει. Γιατί είναι αυθεντικός και γιατί έρχεται σε αντίθεση με όλο αυτό που κυκλοφορεί γύρω μας. Δηλαδή με το αρσενικό που υποδύεται ότι έχει το «πακέτο», που βγάζει selfies στον καθρέφτη του γυμναστηρίου, που μέσα από τις ελλείψεις του και την ανασφάλειά του πολλές φορές αναγκάζεται να υποδυθεί κάτι που εκείνος θεωρεί σπουδαίο, αλλά στην ουσία είναι τραγέλαφος. Κουράστηκε ο κόσμος από το δήθεν και ήρθε η ώρα να γοητευτεί από το αυθεντικό και το απλό.

Ο Χαρούλης δεν μπορεί εύκολα να προσδιοριστεί. Δεν είναι ροκ, δεν είναι έντεχνος, δεν είναι παραδοσιακός. Είναι όλα αυτά μαζί. Φορά τα ρούχα του, παίρνει το λαούτο του και βγαίνει και τραγουδά: για τον έρωτα, την αγάπη, τη γυναίκα, τα πάθη, την Κρήτη. Θυμίζει λίγο Ξυλούρη, λίγο ροκά και σίγουρα ένα καλό παιδί. Σαν αυτό που κάποτε συναντήσαμε αλλά το προσπεράσαμε γιατί δεν μας γέμιζε το μάτι. Γιατί δεν είχε την εικόνα που καλλιέργησε μια ολόκληρη κοινωνία και ένα σύστημα lifestyle και η οποία γκρεμίζεται αργά αλλά σταθερά.

Οταν ανεβαίνει στη σκηνή ο Χαρούλης, κάνει και κάτι ακόμη: καταργεί την απόσταση σκηνής και πλατείας. Οχι ισοπεδώνοντάς τη, ούτε κατεβαίνοντας κάτω μόνος. Είναι αμφίδρομο αυτό που συμβαίνει. Είναι σαν να ανεβαίνει ο κόσμος και σαν να βρίσκεται κι εκείνος ανάμεσά τους.
Είναι και κάτι ακόμη: η κρυφή αγάπη για την παράδοση. Αυτό που κάποτε ντρεπόμαστε να ακούσουμε ή να δηλώσουμε ότι κάτι μας κάνει, τώρα μας συγκινεί, σε συνδυασμό με την εικόνα του άφθαρτου τραγουδοποιού. Ούτε εξώφυλλα, ούτε ακριβά αυτοκίνητα, ούτε λεζαντοκείμενα στις κοσμικές στήλες, ούτε μεγάλα λόγια, ούτε σκανδαλάκια με κορίτσια. Μια ζωή διακριτική και μια καριέρα σε συνεχή άνοδο.

Επιτέλους, ένας κανονικός άνθρωπος ανάμεσά μας, ένας άνθρωπος που σου δίνει την ευκαιρία να νιώσεις ότι είσαι ταυτόχρονα σε πανηγύρι, σε πάρτυ και σε συναυλία.
Το καλύτερο, όμως, το έχει πει ο υπέροχος Θανάσης Παπακωνσταντίνου ως ευχή και ως αλήθεια στο «Αθηνόραμα»: «Ο Γιάννης έχει τον καημό έχει και την αψάδα. Να κάνει χρόνους να καεί και όχι σαν τη λαμπάδα».

πηγή:protothema

Τρίτη 14 Μαρτίου 2017

Πατούδα Κρητικά νηστίσιμα

kritikeramoy.blogspot.gr



Το πατούδο είναι παραδοσιακό γλυκό της Κρήτης, νηστίσιμο με σχήμα μισοφέγγαρου που μοιάζει αρκετά με το γνωστό μας σκαλτσούνι. Μαλακή ζύμη εξωτερικά και μέσα μια γλυκιά γέμιση από ξηρούς καρπούς, αρωματισμένη με κανέλα, γαρύφαλλο και μοσχοκάρυδο που έχει μείνει για αρκετές ώρες βυθισμένη σε ένα μελένιο σιρόπι. Μια υπέροχη συνταγή  για το απόλυτο νηστίσιμο γλύκισμα.

Υλικά συνταγής

    Για τη ζύμη:
    2 ποτήρια νερού ελαιόλαδο
    1 ποτήρι του νερού συμπυκνωμένο χυμό πορτοκαλιού (έτοιμο προϊόν από μπουκάλι)
    1/2 ποτήρι κρασιού τσικουδιά
    1 κ.γ. σόδα
    1 κ.γ. αμμωνία
    750-800 γρ. αλεύρι μαλακό

    Για τη γέμιση:
    500 γρ. καρύδια
    150 γρ. αμύγδαλα
    1 φλ. τσαγιού ζάχαρη
    1 φλ. τσαγιού μέλι
    1 κ.γ. μοσχοκάρυδο
    1/2 κ.γ. κανέλα
    1/4 κ.γ. γαρύφαλλο
    2 κ.σ. ελαιόλαδο
    2 μικρές φρυγανιές θρυμματισμένες
    1 ποτήρι νερό
    Για πασπάλισμα:
    ζάχαρη άχνη

Εκτέλεση συνταγής

  1)  Για τη γέμιση: Σε μια μικρή κατσαρολίτσα, ζεσταίνετε το νερό σε μέτρια φωτιά Προσθέτετε τη ζάχαρη και ανακατεύετε συνεχώς μέχρι να διαλυθεί. Ρίχνετε και το μέλι και συνεχίζετε να ανακατεύετε μέχρι να διαλυθεί και αυτό, προσέχοντας να μην πάρει βράση το μείγμα.

   2) Σε ένα μεγάλο μπολ βάζετε αναμιγνύετε όλα τα υπόλοιπα υλικά για τη γέμιση και προσθέτετε σταδιακά το σιρόπι ανακατεύοντας απαλά. Αφήνετε το μείγμα της γέμισης για αρκετές ώρες ή ακόμα από το προηγούμενο βράδυ να και να ενσωματωθούν οι γεύσεις.


  3)  Για τη ζύμη: Σε ένα μεγάλο μπολ αναμιγνύετε το ελαιόλαδο και τη τσικουδιά, προσθέτετε το χυμό πορτοκαλιού, τη σόδα και την αμμωνία και ανακατεύετε καλά. Ρίχνετε σταδιακά, σιγά σιγά και το αλεύρι (όσο χρειαστεί) και ζυμώνετε το μείγμα απαλά μέχρι να σχηματιστεί μια μαλακή ζύμη.

 4)   Πλάθετε τη ζύμη σε μπαλάκια και ανοίγετε καθένα από αυτά σε δίσκο με πάχος 3-4 χιλ. και διάμετρο 7-8 εκ. Βάζετε σε κάθε δίσκο μία γεμάτη κουταλιά από τη γέμιση και τον κλείνετε σε σχήμα μισοφέγγαρου. Ψήνετε τα πατούδα σε προθερμασμένο φούρνο, στους 170 βαθμούς με αέρα, για 15 λ περίπου, προσέχοντας να μην ξεροψηθούν.

5)    Για πασπάλισμα: Τα αφαιρείτε από το φούρνο και μόλις κρυώσουν καλά, τα πασπαλίζετε με άχνη ζάχαρη και τα σερβίρετε.

πηγή:sintayes

Δευτέρα 13 Μαρτίου 2017

Γεύση από τη γη του Μίνωα

kritikeramoy.blogspot.gr


Η μεγαλύτερη πόλη της Κρήτης και η τέταρτη όλης της Ελλάδας, το πάλαι ποτέ ενετικό λιμάνι του Χάνδακα ή απλά το Ηράκλειο Κρήτης, μάς συστήνεται ξανά τονίζοντας την πλούσια παράδοση και την ιστορία του πριν μας φανερώσει τις πιο νόστιμες γωνιές του

Αγαπημένο για τους ντόπιους, όπως γράφει το olivemagazine.gr, δημοφιλές για τους ξένους τουρίστες και για πολλά χρόνια σχεδόν ουδέτερο για τους υπόλοιπους Έλληνες, που θεωρούσαν το Ηράκλειο απλώς το μεγαλύτερο λιμάνι της Κρήτης στο οποίο έφτανες από τον Πειραιά με το καράβι ύστερα από ένα ολονύχτιο ταξίδι, για να συναντήσεις την αφετηρία των καλοκαιρινών σου διακοπών. Ίσως το πρόγραμμα να χωρούσε πρωινό καφέ και μπουγάτσα στα Λιοντάρια, μια σύντομη βόλτα στα αξιοθέατα της πόλης και λίγο περπάτημα μέσα σε δαιδαλώδεις δρόμους και δρομάκια πριν πάρεις την εθνική οδό του νησιού.

Κι όμως, το Ηράκλειο τα τελευταία χρόνια αλλάζει συνεχώς διάθεση, λες και προσπαθεί να πετάξει από πάνω της το χαρακτήρα της τσιμεντούπολης και να συστηθεί από την αρχή, τονίζοντας πρώτα πρώτα την παράδοση και την ιστορία της.

Έχει γίνει μια πολύ μεγάλη προσπάθεια να αξιοποιηθεί η παραλιακή, πεζοδρομήθηκαν αρκετοί δρόμοι στο κέντρο της πόλης και πλέον η πόλη προσφέρεται για ατελείωτες περαντζάδες στις οποίες, αν προσθέσεις το εξαιρετικό φαγητό, τον αρχαιολογικό πλούτο και τις κοντινές παραλίες, έχεις αμέσως τη βάση των καλοκαιρινών σου διακοπών. Άλλωστε από αξιοθέατα και ιστορία άλλο τίποτα, αφού το Ηράκλειο μοιάζει σαν ένα πελώριο πολιτιστικό πάρκο. Από τα απομεινάρια του μινωικού πολιτισμού στην Κνωσό μέχρι τη βυζαντινή εποχή, τα ενετικά κτίσματα και τα σύγχρονα νεοκλασικά, υπάρχουν παντού γωνιές που μαγνητίζουν τον επισκέπτη.

Αγαπημένη μου διαδρομή η βόλτα μέσα από την αγορά μέχρι τα Λιοντάρια, την πλατεία με την κρήνη Μοροζίνι δηλαδή που κοσμούν τέσσερα λιοντάρια, και από εκεί ευθεία κάτω στην πεζοδρομημένη 25ης Αυγούστου μέχρι την παραλιακή και το φρούριο Κούλε. Στο δρόμο σου συναντάς τη Βασιλική του Αγίου Μάρκου (Δημοτική Πινακοθήκη), τη Λότζια που στεγάζει το δημαρχείο και το ναό τουΑγίου Τίτου που αξίζει να επισκεφτείς, (άλλωστε προσφέρονται για ατελείωτες φωτογραφίες). Αφού επισκεφτείς το φρούριο -φρόντισε να επιστρέψεις βράδυ για μια βόλτα στο λιμενοβραχίονα- και χαζέψεις λίγο τη θάλασσα, ανηφόρισε ξανά πίσω την 25ης Αυγούστου και κάνε δεξιά στους πεζόδρομους Κοραή – Περδικάρη – Δαιδάλου – Μίλατου – Ιδαίου Άνδρου όπου βρίσκονται συγκεντρωμένες πάμπολλες καφετέριες και όλος ο… καλός ο κόσμος του Ηρακλείου, ενώ οι πάντα προσεγμένες και περιποιημένες μικρές και μεγάλες κυρίες της πόλης φροντίζουν και δίνουν καθημερινώς το “παρών”, χαρίζοντας μάλιστα δίκαια το προσωνύμιο “πασαρέλα” στην περιοχή.

Αξίζει να δεις επίσης:

    Τα ενετικά τείχη της πόλης με τις εντυπωσιακές πύλες
    Το Ιστορικό Μουσείο
    Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας
    Το απίστευτο ενυδρείο CretΑquarium, (ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης)
    Το Αρχαιολογικό Μουσείο
    Τον αναστηλωμένο Ναό Πέτρου & Παύλου
    Τον τάφο του Καζαντζάκη, πάνω στα ενετικά τείχη
    Τα Νεώρια στο ενετικό λιμάνι

Λίγη ιστορία

Το Ηράκλειο έλκει το όνομά του από τους μινωικούς χρόνους, όταν οι Μινωίτες έφτιαξαν ένα παραθαλάσσιο οικισμό και ένα μικρό λιμάνι και το ονόμασαν Ηράκλειο, προς τιμήν του Ιδαίου Ηρακλή -και όχι του γνωστού γιου του Δία. Μια άλλη ονομασία του ήταν “Χάνδακας” και προέκυψε ως εξής: κατά τη διάρκεια της κατάληψης του Ηρακλείου από Σαρακηνούς Άραβες η πόλη οχυρώθηκε με τείχος με λίθινη βάση και πλίνθινο σώμα, που περιβαλλόταν από μια βαθιά τάφρο (khandaq). Το οχυρό ονομάστηκε Rabdh el Khandaq, δηλαδή Φρούριο της Τάφρου ή Χάνδακας πιο εξελληνισμένα. Το 961 μ.Χ. η πόλη πέρασε στα χέρια των Βυζαντινών και όταν η βυζαντινή αυτοκρατορία καταλύθηκε από τους Βενετούς, η στρατηγική θέση του Χάνδακα εκτιμήθηκε και ορίστηκε ως πρωτεύουσα του βασιλείου της Κρήτης. Για περίπου 250 χρόνια η πόλη άνθισε και εξελίχθηκε σε μια ευρωπαϊκή μεγαλούπολη, γνωστή και ως Βενετία της Ανατολής. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453μ.Χ.) ο κίνδυνος επίθεσης από τους Τούρκους ήταν άμεσος και οι Ενετοί κάλεσαν τον καλύτερο μηχανικό τους, τον Michele Sanmicheli, να κατασκευάσει τα νέα τείχη της πόλης που, βασισμένα στα παλιά αραβικά, κατέληξαν να γίνουν τα πιο ολοκληρωμένα και επιβλητικά που κατασκευάστηκαν ως τότε σε όλη την Ευρώπη. Στην είσοδο του λιμανιού δεσπόζει το επιβλητικό Castello del Molo ή Κούλες όπως είναι η τούρκικη ονομασία του. Θυμίζει κάτι από το ένδοξο ενετικό Ηράκλειο, έχοντας όμως και μια σκοτεινή πλευρά, μια και στα κελιά του βασανίστηκαν πολλοί Κρήτες επαναστάτες.

Και από παραλίες;

Οι παραλίες κοντινής απόστασης ίσως να μη σου φανούν και πολύ ενδιαφέρουσες, γι’ αυτό θα πρέπει να οδηγήσεις λίγο πριν φτάσεις σε μέρος που θα ευχαριστηθείς πραγματικά το μπάνιο σου. Στις top επιλογές η παραλία της Αγίας Πελαγίας, οι γειτονικές Ψαρομούρα και Λυγαριά και μετά το αεροδρόμιο ο Καρτερός και οι Γούβες, όλες τους σχεδόν καθημερινά γεμάτες κόσμο. Πολύ δημοφιλείς, ειδικά μεταξύ των ξένων επισκεπτών του νησιού και η Χερσόνησος, τα Μάλια και η Σταλίδα. Εναλλακτικά there will always be… Αμμουδάρα, για μια κοντινή βουτιά σε ένα industrial σκηνικό με φουγάρα της ΔΕΗ, το Παγκρήτιο Στάδιο και εκστασιασμένους σέρφερ.

Γαστρονομικό οδοιπορικό

Πρέπει να ομολογήσω ότι η ποιότητα του φαγητού στην Κρήτη με εκπλήσσει κάθε, μα κάθε φορά και είναι ελάχιστα τα παραδείγματα όλα αυτά τα χρόνια που κάθισα κάπου και δεν ευχαριστήθηκα το φαγητό μου. Μπορεί η κάποτε διάσημη κρητική διατροφή να μην ισχύει πλέον 100%, αλλά το σίγουρο είναι ότι η ποιότητα των προϊόντων παραμένει κορυφαία. Εδώ, λοιπόν, θα βρεις εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο, τραγανά πεντανόστιμα κρίθινα παξιμάδια, πλούσια ωριμασμένη γραβιέρα, μοναδικά χόρτα και βότανα, ζυμαρικά και αλλαντικά με ονόματα περισσότερο ή λιγότερο γνωστά και καλά κρασιά. Πολλά από αυτά θα τα βρεις κάνοντας μια βόλτα στην κεντρική αγορά της πόλης στην οδό 1866. Θυμίζει αμυδρά παζάρι άλλης εποχής ή έστω άλλης χώρας και στο μαχαλά του ανακατεύονται πολλά και ανόμοια μαγαζιά με σουβενίρ, ρούχα, κοσμήματα και πάγκοι με βότανα και μυρωδικά από τον Ψηλορείτη, τυριά, παξιμάδια, ολόφρεσκα ψάρια και θαλασσινά και όλα τα καλά του τόπου. Ανάμεσα τους και πολλά μεζεδοπωλεία για μια στάση για τσικουδιά και παραδοσιακά μεζεδάκια.


Και ένα μίνι λεξικό τοπικών γεύσεων:

    Αβρωνιές: Τις λένε και άγρια σπαράγγια, ανήκουν σε ένα είδος αναρριχητικού φυτού, έχουν μια ελαφρώς πικρή γεύση και ταιριάζουν τέλεια με αβγά.
    Απάκι: Καπνιστό χοιρινό, κατά τη γνώμη μου το καλύτερο από όλα τα αντίστοιχα ελληνικά προϊόντα.
    Ασκορδουλάκοι: Τίποτα παραπάνω από βολβούς τουρσί, παραδοσιακό συνοδευτικό της τσικουδιάς.
    Ασκόλυμπροι: Άγρια χόρτα με νόστιμα αγκαθωτά φύλλα και λευκή ρίζα, all time classic μαγειρεμένοι με κουκιά.
    Κουκουβάγια: Ο γνωστός ντάκος με βάση από κριθαρένιο παξιμάδι, ελαιόλαδο, φρέσκια ντομάτα, ρίγανη και ξινομυζήθρα.
    Χοχλιοί: Τα γνωστά και όχι τόσο αγαπημένα σε πολλούς σαλιγκάρια, συνήθως μαγειρεμένα “μπουμπουριστά”, στο τηγάνι δηλαδή με αλάτι, δεντρολίβανο και ξίδι.
    Ξινόχοντρος: Τραχανάς από αλεσμένο σιτάρι και ξινισμένο γάλα.
    Στάκα: H τσίπα του πρόβειου γάλακτος όταν ζεσταθεί. Αποτελεί βασικό συστατικό στο πιλάφι, ενώ ταιριάζει απίστευτα στα τηγανητά αβγά.

πηγή:cretanmagazine

Πέμπτη 2 Μαρτίου 2017

Σταφιδωτά Σητείας της Κυρίας Σωσώς

kritikeramoy.blogspot.gr

Τα σταφιδωτά είναι ένα ξεχωριστό παραδοσιακό γλυκό της Κρήτης, το οποίο μαζί με τα ξεροτήγανα, είναι τα πιο διαδεδομένα στην περιοχή της Σητείας.

Για την ζύμη:

    3 φλιτζάνια ελαιόλαδο
    1 φλιτζάνι ζάχαρη
    1/2 ποτήρι χυμός πορτοκάλι
    1/2 ποτήρι τσικουδιά
    1 κουτ. γλυκού σόδα
    1 φακελάκι baking powder
    1 κιλό και μια χούφτα αλεύρι (περίπου)

Για την γέμιση:

    ½ κιλό σταφίδες
    1-2 κουτ. σούπας ελαιόλαδο
    1-2 κουτ. σούπας μέλι
    250γρ. καρύδια ή αμύγδαλα ή ανάμεικτα
    125γρ. σουσάμι καβουρντισμένο
    Ξύσμα από 1 πορτοκάλι και ένα λεμόνι
    Λίγη κανέλλα σε σκόνη
    Λίγο γαρύφαλλο τριμμένο

Εκτέλεση

1.Βάζετε τη σταφίδα να μουλιάσει μέσα σε νερό για να ετοιμάσετε αργότερα τη γέμιση.

2. Μέσα σε ένα μπολ ρίχνετε το λάδι με τη ζάχαρη κι ανακατεύετε να διαλυθεί. Σε ξεχωριστό μπολ βάζετε την τσικουδιά και το χυμό του πορτοκαλιού και διαλύετε μέσα  τη σόδα και το baking powder ανακατεύοντας με κουτάλι. Ρίχνετε το αφρίζον μίγμα στο μπολ  με το λάδι και την ζάχαρη. Ανακατεύετε καλά να ομογενοποιηθούν κι αρχίζετε να προσθέτετε σιγά σιγά το αλεύρι μέχρι το ζυμάρι σας να γίνει μαλακό και να πλάθεται εύκολα στα χέρια μας. Το αφήνετε να ξεκουραστεί και ασχολείστε με τη γέμιση.
 
3.Για τη γέμιση: Καβουρντίζετε ελαφρά το σουσάμι. Ψιλοκόβετε τα καρύδια ή τα κοπανάτε στο γουδί. Στραγγίζετε κι αλέθετε τη σταφίδα και ανακατεύετε μέσα τα καρύδια, τα ξύσματα λεμονιού και πορτοκαλιού, την κανέλα, το γαρίφαλο, το ελαιόλαδο, το μέλι και το σουσάμι.
 
4.Παίρνετε λίγη από τη ζύμη, την ανοίγετε με στο χέρι μας σαν βαρκάκι, παίρνετε με ένα κουταλάκι και προσθέτετε λίγη γέμιση μέσα και μετά το κλείνετε. Τα φτιάχνετε όλα καθ' αυτό τον τρόπο. Τα κεντάτε αν θέλετε από πάνω με το ειδικό εργαλείο ή απλώς τα τσιμπάτε με πιρούνι και τα τοποθετείτε σε ένα ταψί στρωμένο με λαδόκολλα.
 
5.Τα ψήνετε σε προθερμασμένο φούρνο στους 170οC για περίπου 20'-30' μέχρι να ξανθύνουν όμορφα τα σταφιδωτά. Αν θέλετε μπορείτε να τα πασπαλίσετε με λίγο φιλέ αμυγδάλου πριν τα ψήσετε.

πηγή: sweetly

Τετάρτη 1 Μαρτίου 2017

Mην ξεχάσεις να φορέσεις Μάρτη!! Δες εδώ πώς θα τον φτιάξεις

kritikeramoy.blogspot.gr


Από τη 1η ως τις 31 του Μάρτη, συνηθίζεται να φοριέται στον καρπό του χεριού ένα βραχιολάκι, φτιαγμένο από στριμμένη άσπρη και κόκκινη κλωστή, τον «Μάρτη» ή «Μαρτιά». Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, ο «Μάρτης» φοριέται κυρίως από τα παιδιά για να προστατεύει τα πρόσωπά τους από τον πρώτο ήλιο της Άνοιξης, για να μην καούν.
Ο “Μάρτης” φτιάχνεται την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου και φοριέται είτε σαν δαχτυλίδι στα δάχτυλα, είτε στον καρπό του χεριού σαν βραχιόλι. Καμμιά φορά φοριέται ακόμα και στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού, ώστε να μην σκοντάφτει ο κατοχός του.

“Μάρτη” δεν φορούσαν μόνο οι άνθρωποι. Σε κάποιες περιοχές της χώρας κρεμούσαν την κλωστή όλη τη νύχτα στα κλαδιά μιας τριανταφυλλιάς για να χαρίσουν ανθοφορία, ενώ σε άλλες περιοχές την έβαζαν γύρω από τις στάμνες για να προστατέψουν το νερό από τον ήλιο και να το διατηρήσουν κρύο. Σε άλλες περιοχές το φορούσαν μέχρι να φανούν τα πρώτα χελιδόνια, οπότε και το άφηναν πάνω σε τριανταφυλλιές, ώστε να τον πάρουν τα πουλιά για να χτίσουν τη φωλιά τους. Αλλού πάλι το φορούν ως την Ανάσταση, οπότε και το δένουν στις λαμπάδες της Λαμπρής για να καεί μαζί του.

Ο «Μάρτης» ή «Μαρτιά» είναι ένα παμπάλαιο έθιμο εξαπλωμένο σε όλα τα βαλκάνια, λόγω της υιοθέτησής του από τους Βυζαντινούς, οι οποίοι και το διατήρησαν. Πιστεύεται ότι έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα, και συγκεκριμένα στα Ελευσίνια Μυστήρια, επειδή οι μύστες των Ελευσίνιων Μυστηρίων συνήθιζαν να δένουν μια κλωστή, την «Κρόκη», στο δεξί τους χέρι και το αριστερό τους πόδι.
«ΜΑΡΤΗΣ»

Η κατασκευή του παραδοσιακού Μάρτη

Κατά τις ηλιόλουστες ημέρες του Μαρτίου που ακολουθούσαν τα κρύα του χειμώνα, τα παιδιά έβγαιναν από τα σπίτια και έπεζαν έξω στις αυλές. Οι μητέρες, για να τα προφυλάξουν από τις ακτίνες του μαρτιάτικου ήλιου που θεωρούνται επικίνδυνες, έφτιαχναν και φορούσαν στο χέρι ή στο πόδι των παιδιών τον “Μάρτη”, ένα κορδόνι από λευκό και κόκκινο νήμα.
Ο ήλιος το μάρτιο συνήθως καίει και μαυρίζει τα πρόσωπα των παιδιών: “Του Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε δεν ξεβάφει”. Η μαυρίλα όμως σήμαινε και ασχήμια, προπάντων για τα κορίτσια που η παράδοση τα ήθελε άσπρα και ροδομάγουλα: «Ο πόχει κόρη ακριβή, το Μάρτη ο ήλιος μη την ιδεί». Για να αποτρέψουν την επίδραση του ήλιου λοιπόν, έφτιαχναν και φορούσαν τον «μάρτη», ώστε να προστατεύσει τα πρόσωπα των παιδιών από τον ήλιο και να μην καούν. Όταν τον έβγαζαν τον κρεμούσαν σε τριανταφυλλιές, ώστε να γίνουν τα μάγουλά τους κόκκινα σαν τριαντάφυλλα.

Ο “Μάρτης” ουσιαστικά αποτελείται από δύο κλωστές, άσπρη και μία κόκκινη, στριμένες μεταξύ τους, που συμβόλιζαν την αγνότητα και τα χαρά. Σε κάποιες παραδόσεις αναφέρεται και μία χρυσή κλωστή ώστε να συμβολίζεται και η αφθονία.
Συνηθίζεται να φοριέται μέχρι το τέλος του μήνα. Σε ορισμένες περιοχές το μαρτιάτικο βραχιολάκι θεωρείται ιερό από τη λαϊκή παράδοση που δεν είναι πρέπον να πεταχτεί. Για αυτό το φορούσαν μέχρι το Πάσχα και το έδενα στην Αναστάσιμη λαμπάδα για να καεί. Σε άλλες περιοχές έκαιγαν το βραχιολάκι στις φωτιές που άναβαν για να κάψουν τον Ιούδα.

Η πιο διαδεδομένη όμως αντίληψη φέρει το “Μάρτη” να φοριέται μέχρι να εμφανιστούν τα πρώτα χελιδόνια. Τότε έβγαζαν το Μάρτη και τον αφήναν σε κλαδιά για να τον πάρουν τα πουλιά και να το χρησιμοποιήσουν στην κατασκευή της φωλιάς τους.

Πώς γίνεται
Η κατασκευή του “Μάρτη” είναι πολύ απλή. Χρειάζονται μόνο δύο κλωστές κεντήματος, μία κόκκινη και μία άσπρη. Κάνεις από έναν κόμπο στη μία άκρη της καθεμιάς, τη στερεώνεις κάπου με μια καρφίτσα και βάζοντάς την ανάμεσα στις παλάμες σου τη στρίβεις όσο γίνεται περισσότερο. Οταν στριφτεί καλά την κομπιάζεις και απ’ την άλλη άκρη της.



Επαναλαμβάνεις με τη δεύτερη κλωστή. Οταν είναι έτοιμες oι στριμμένες τις πιάνεις μαζί -κόκκινη και άσπρη- και τις τεντώνεις. Σε μια στιγμή, τις αφήνεις απ’ τη μια άκρη και μπλέκονται από μόνες τους.

Οι Δρίμες του Μάρτη
Η παράδοση θεωρεί τις Δρίμες ως ημέρες γρουσούζικες και κακότυχες, τις λεγόμενες και ως αποφράδες. Θεωρείται ότι δαιμονικά όντα τριγυρίζουν τον κόσμο αυτές τις ημέρες και έκαναν κακό σε όποιον συναντούσαν. Δρίμες είναι όλο το Δωδεκαήμερο από τα Χριστούγεννα μέχρι και τον Αγιασμό των Φώτων (την περίοδο δηλαδή που αλωνίζουν οι Καλικάντζαροι), όλα τα Σάββατα του Μαρτίου, όλες οι Δευτέρες του Αυγούστου, οι έξι πρώτες ημέρες τ’ Αυγούστου (τις ημέρες που κοιτάνε τα ημερομήνια), οι τρεις πρώτες αλλά και οι τρεις τελευταίες ημέρες του Μαρτίου (που λέγονται και ημέρες της γριάς)

Αυτές τις ημέρες οι άνθρωποι προσπαθούσαν να προφυλαχτούν για να μην πάθουν κανένα κακό, είτε αυτοί οι ίδιοι, είτε η οικογένεια και το βιός τους. Έμεναν λοιπόν στα σπίτια τους, δεν πήγαιναν στα χωράφια, και δεν έκαναν καμιά δουλειά που μπορούσε να γίνει άλλες ημέρες. Όποιος πήγαινε για δουλειά πάθαινε κάποιο ατύχημα. Εάν πήγαινες στα χωράφια, η σοδειά θα καταστρεφόταν. Ό,τι πλύνεις αυτές τις ημέρες θα λειώσει, όσα ξύλα και να κόψεις θα σαπίσουν, αν λουστείς θα πάθεις κακό. Γι’ αυτό ή αποφεύγουν ολότελα να πλύνουν τις μέρες αυτές ρούχα ή, αν πλύνουν, ρίχνουν στο νερό πέταλο, γιατί το σίδερο, όπως πιστεύεται, είναι γιατρικό και αποτρέπει τα δαιμόνια.

Ιστορικό

Ο Μάρτης πήρε το όνομα του από το λατινικό όνομα του θεού Άρη (Mars = Άρης). Είναι ο πρώτος μήνας του ρωμαϊκού ημερολογίου και αντιστοιχεί με τον Ελαφηβολιώνα των Αρχαίων Ελλήνων.
Στο βυζάντιο γιόρταζαν την πρώτη Μαρτίου με σπουδαίες δραστηριότητες. Ο μεγάλος λαογραφος Λουκάτος αναφέρει τα <χελιδονίσματα> που προέρχονται απο την αρχαιότητα. Την Πρώτη Μαρτίου οι μικροί έφτιαχναν ένα ομοίωμα χελιδονιού και τραγουδώντας το ανάλογο τραγούδι πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι για να μαζέψουν αυγά.

Λαογραφία
Η λαϊκή φαντασία έδωσε στο Μάρτιο ένα σωρό παρατσούκλια, όπως Ανοιξιάτης (γιατί είναι ο πρώτος μήνας της Άνοιξης), Γδάρτης, Παλουκοκάφτης Κλαψομάρτης, Πεντάγνωμος (για το ευμετάβλητο του καιρού), Βαγγελιώτης (λόγω της γιορτής του Ευαγγελισμού), Φυτευτής, και άλλα δηλωτικά της φυσιογνωμίας του, που έχουν σχέση με ιδιότητες ή πράξεις που του αποδίδονται.
Τα πιο πολλά από αυτά βρίσκονται μέσα στις παραδόσεις και τις παροιμίες που έπλασε ο λαός για να εξηγήσει τις απότομες μεταβολές του καιρού ή τις βαρυχειμωνιές που παρατηρούνται μέσα στο Μάρτη και που πάντα είναι επικίνδυνες για τη γεωργία και την κτηνοτροφία.

«Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκάφτης,
τα παλιά παλούκια καίει, τα καινούργια ξεριζώνει».
στην οποία και χρωστάει τα παρατσούκλια γδάρτης και παλουκοκάφτης.

Για τις μεγάλες του παγωνιές λένε:

«Τον Μάρτη χιόνι βούτυρο, μα σαν παγώσει μάρμαρο».
ενώ για την αντιμετώπιση του κρύου άλλες παροιμίες συμβουλεύουν:
«Φύλλα ξύλα για το Μάρτη να μην κάψεις τα παλούκια».
«Το Μάρτη φύλα άχερα μη χάσεις το ζευγάρι».
«Τσοπάνη μου την κάπα σου το Μάρτη φύλαγε την».
«Ο Αύγουστος για τα πανιά κι ο Μάρτης για τα ξύλα».

Η κατεργαριά του Μάρτη
Στα πολύ παλιά χρόνια ο Μάρτης ήταν ο πρώτος μήνας του έτους. Μια κατεργαριά όμως που έκαμε σε βάρος των άλλων μηνών που ήταν τα αδέλφια του στάθηκε αιτία για να του πάρει την πρωτοκαθεδρία ο Γενάρης.
«Μια φορά κι έναν καιρό αποφασίσανε οι δώδεκα μήνες να φτιάξουνε κρασί σε ένα βαρέλι ώστε να μπορούν να πίνουν όποτε τους ερχόταν η όρεξη.
Έτσι λοιπόν είπε ο Μάρτης:
– Εγώ θα ρίξω πρώτος μούστο στο βαρέλι για να γίνει κρασί και ύστερα ρίχνετε κι εσείς.
– Καλά, ρίξε εσύ πρώτος του είπαν οι άλλοι.
Ετσι και έγινε. Έριξε πρώτα εκείνος στο βαρέλι το μούστο και ύστερα ακολούθησαν και οι άλλοι μήνες.
Όταν λοιπόν ζυμώθηκε ο μούστος και έγινε το κρασί, είπε πάλι ο Μάρτης.
– Εγώ που έριξα πρώτος το μούστο, πρώτος θ’ αρχίσω και να πίνω.
-Βέβαια, είπαν οι άλλοι, έτσι είναι το σωστό.

Έτσι λοιπόν τρύπησε το βαρέλι στο κάτω μέρος, και άρχισε να πίνει, ως που ήπιε όλο το κρασί και δεν άφησε ούτε στάλα. Κατόπιν ήρθε η σειρά του Απρίλη να πάει να πιεί κρασί. Πηγαίνει και το βρίσκει άδειο. Θυμώνει, το λέει στους άλλους. Τ’ ακούνε εκείνοι θυμώνουνε και σκέφτωνται τι να κάνουν. Συμφωνούν όλοι λοιπόν να τον τιμωρήσει ο Γενάρης που ήταν και ο μεγαλύτερος αδελφός. Τον πιάνει λοιπόν ο Γενάρης και του τραβάει ένα γερό χέρι ξύλο. Του αφαιρεί και το πρωτείο που είχε, να αρχίζει δηλαδή το έτος κάθε Μάρτη, και έγινε να αρχίζει το έτος από το Γενάρη.
Από τότε όταν ο Μάρτης θυμάται το παιχνίδι που έκανε στα αδέλφια του και τους ήπιε όλο το κρασί, γελάει και ο καιρός ξαστερώνει. Όταν πάλι θυμάται το ξύλο που έφαγε κλαίει και βρέχει».
Η παράδοση, που με μικρές παραλλαγές τη συναντάμε και αλλού είναι αιτιολογική και σκοπεύει στην εξήγηση της ακασταστασίας του καιρού που συνήθως χαρακτηρίζει το Μάρτη.

πηγή: iscreta